Short Novel: Ποιος σκότωσε τον Άγιο Βασίλη Vol.2

δαχτυλίδια καπνού με σκηνοθεσία νουάρ
Άβαταρ μέλους
Τάκης
Moderator
Δημοσιεύσεις: 8973
Εγγραφή: Σάβ Φεβ 03, 2018 10:43 am

Re: Ποιος σκότωσε τον Άγιο Βασίλη Vol.2

Δημοσίευση από Τάκης »

ο Γκορμπατσόφ

Ο Ξενοφώντας Μπουσέογλου, γιος του Αγάπανθου και της Πηνελόπης Μπουσέογλου - το γένος Καραμικέ, ζούσε την ήσυχη ζωή του δουλεύοντας το πρωί ως γενικός επιστάτης στο εργοστάσιο Κλωστοϋφαντουργίας του Αβραάμ Καρχαμάνογλου, που βρισκόταν επί της οδού Κωνσταντινουπόλεως αριθμός 51 πίσω από την εκκλησία του Αγίου Παντελεήμονα, μόλις διακόσια μέτρα από την κατοικία του.
Τα μεσημέρια επέστρεφε σπίτι ακριβώς στις δύο και τέταρτο κι η πρώτη του δουλειά ήταν να ταΐσει τον Γκορμπατσόφ, ένα μήκους 1,20 μ. pantherophis guttatus, γνωστό και ως «καλαμποκόφιδο», που ήταν η μοναδική ψυχή εκτός από τη δική του που είχε διαβεί το εργένικο κατώφλι του.

Επέλεξε ερπετό για κατοικίδιο γιατί όπως έλεγε, οι γάτες τον τρόμαζαν με το βαριά φιλοσοφημένο βλέμμα τους, ενώ οι σκύλοι του προξενούσαν ανία με το βλακωδώς έξυπνο δικό τους. Αφού τέλειωνε με το φίδι, έτρωγε το λιτό μεσημεριανό του που είχε μαγειρέψει από την προηγούμενη μέρα, χαζεύοντας τα μεσημεριανά trash. Ύστερα έπλενε επιμελώς τα δόντια του κι έπεφτε για σιέστα μέχρι τις πέντε και μισή.
Μόλις σηκωνόταν, έπαιρνε ένα έξτρα περιποιημένο μπάνιο με ασιατικά έλαια και σαπούνια που ανέβαζαν τη λιβιδώ του, και μετά στεκόταν μπροστά στον καθρέφτη για να ντυθεί, πάντα στην πένα. Διάλεγε μία απ’ τις τριζάτες κουστουμιές της γκαρνταρόμπας του, όλες ραμμένες σε χρυσοχέρη ιταλό ράφτη που ‘χε ξεπέσει στη Δραπετσώνα εξαιτίας ενός άτυχου έρωτα.

Στις εφτά ακριβώς διπλοκλείδωνε και ξεπόρτιζε. Τότε ακριβώς ξεκινούσε κι η πραγματική ζωή του Φώντα - φον Μπούσα - Μπουσέογλου.
Το πρωτόκολλο ήταν σχεδόν πάντα ίδιο με μικρές παραλλαγές. Πρώτα ένας περιποιημένος διπλός ελληνικός στο καφενείο «Βυζάντιον» και μια παρτίδα πρέφα. Ύστερα πήγαινε είκοσι μέτρα ακριβώς απέναντι στον «Αράπη». Έτρωγε στα όρθια δύο πιτόγυρα απ’ όλα, ρουφώντας μια Άμστελ και συζητώντας τα τελευταία νέα της Αεκάρας με τον Βάκη τον σουβλατζή. Όταν τελείωνε, έπαιρνε από το περίπτερο στη στάση ένα κίτρινο κουτάκι τσίχλες Adams, τσιμπούσε ένα ταξί κι ανέβαινε Αθήνα. Από κει κι ύστερα, το ρεπερτόριο στηριζόταν σε έναν βασικό άξονα ο οποίος περιελάμβανε κατά σειρά:
Πρώτα μπαρ-κωλάδικο, όπου κατέβαζε 2-3 σκληρά περιμένοντας το καθημερινό ραντεβού του που ερχόταν συστημένο από τη Μαμά-Λενιώ, την προσωπική του τσατσά. Η συνέχεια είχε πρώτο τραπέζι πίστα σε σκυλάδικο, κατ’ επιλογήν βήτα ή γάμα κατηγορίας κέντρου ή προαστείων, για να κάνει κεφάλι και να γνωριστεί καλύτερα με το πρόσωπο. Οι φήμες έλεγαν πως διάβαζε στις συνοδούς του αποσπάσματα από την ανέκδοτη ποιητική του συλλογή «Λολίτες που αγάπησα».
Τελικός προορισμός στο αμαρτωλό νυχτερινό συναξάρι του ήταν πάντα το δωμάτιο 367 του Stanley το οποίο πλήρωνε με το μήνα. Τα πρωινά λίγο πριν ξημερώσει ξαπόστελνε τη Λολίτα της βραδιάς, και μετά από έναν καφέ στα όρθια έφευγε κατευθείαν για την εριουργία Καρχαμάνογλου να πιάσει δουλειά.

Η ευλαβική τήρηση αυτής της μυσταγωγίας επί τόσα χρόνια, είχε καταστήσει τον Ξενοφώντα Μπουσέογλου ιδιαιτέρως αξιοσέβαστη περσόνα των χαμαιτυπείων. Κάτι που αντικατοπτριζόταν στο ένθερμο της υποδοχής που του επιφύλασσαν οι καταστηματάρχες, με λόγια που απηχούσαν τον ειλικρινή και άδολο σεβασμό τους όπως, «παρακαλώ περάστε κ. Φώντα, το μαγαζί δικό σας».
Εικόνα
These users thanked the author Τάκης for the post:
Little Bob
papa was a rolling stone...
Άβαταρ μέλους
Svensk
Founding Fathers
Δημοσιεύσεις: 1034
Εγγραφή: Κυρ Φεβ 11, 2018 11:35 pm

Re: Ποιος σκότωσε τον Άγιο Βασίλη Vol.2

Δημοσίευση από Svensk »

κορίτσια ο Μπόκολης

21.52 3 μήνες πριν.

Ο Μπόκολης γύρισε ανάσκελα. Με μια καλοζυγισμένη κίνηση και μ’ έναν ολόχρυσο αναπτήρα άναψε κάτι που έμοιαζε με σκωληκοειδίτιδα αλκοολικής αγελάδας.
«Ήσουν καλός μαζί μου, σ’ ευχαριστώ» του είπε ξέπνοα ο γουλί κουρεμένος νεαρός δίπλα του. «Πώς σε λένε;»
«Μπόκολη».
Η ταχύτητα της απάντησης έκανε τον νεαρό να σαστίσει. «Είναι το πραγματικό σου όνομα;», άφησε έναν επιτηδευμένο αναστεναγμό.
«Φυσικά».
«Τί καπνίζεις;»
«Την ουρά του διαβόλου». Σηκώθηκε από το κρεβάτι κι άρπαξε το παντελόνι του από το πάτωμα.
«Εννοούσα, τι σκατά καπνίζεις». Ο νεαρός μισόκλεισε τα μάτια του. «Δοκίμασε κάνα πούρο Αβάνας και δεν θα τα βάλεις ξανά αυτά τα Toscano στο στόμα σου».
Ο Μπόκολης στράφηκε. Ανέβασε το φερμουάρ του παντελονιού τόσο απότομα που ο νεαρός σκίρτησε. «Και τι ξέρεις εσύ ρε από πούρα Αβάνας;»
Τα βλέμματά τους συναντήθηκαν.
Ο νεαρός ανακάθισε στο κρεβάτι και τράβηξε το σεντόνι στο γυμνό στήθος του. Κατάπιε την προσβολή και συγκράτησε τον εκνευρισμό του. Είχε μεγάλη εμπειρία σ’ αυτόν τον τομέα –πτυχίο και τουλάχιστον δυο-τρία διδακτορικά. «Αγαπώ τα πούρα Αβάνας» είπε σε αδιάφορο τόνο. «Για χάρη τους εκπορνεύομαι», -τερμάτισε τον αδιάφορο τόνο.
Ο Μπόκολης ξεκίνησε να γελάει αλλά σταμάτησε απότομα. Όσο διεστραμμένος κι αν ακουγόταν ο ισχυρισμός του νεαρού που πριν λίγο ‘’ψώνισε’’ έξω από το Stanley, ολοφάνερα δεν έλεγε ψέματα. «Μμμ… για πες και σε μένα τον…ανίδεο…ποιο πούρο της Κούβας αξίζει περισσότερο τα λεφτά του;»

Μισή ώρα αργότερα ο Μπόκολης ζητούσε από την καπνοπώλισσα κ Μπαλή το πούρο που του υπέδειξε ο ιερόδουλος. Χωρίς ντροπή –ο Μπόκολης ήταν χημικά απελευθερωμένος από το συγκεκριμένο συναίσθημα- διηγήθηκε μάλιστα, στην φανερά σοκαρισμένη κ Μπαλή, την ιστορία με τον νεαρό που εκπορνεύονταν για χάρη των Κουβανέζικων.
«Ναι…», εκείνη του έδωσε το πούρο, «…τότε…ειδικά το συγκεκριμένο…» κόμπιασε, «…αξίζει τα φράγκα του».
These users thanked the author Svensk for the post (total 2):
Little Bobsigaras
Το πούρο είναι η θεραπεία μου
Άβαταρ μέλους
Little Bob
Δημοσιεύσεις: 95
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 05, 2018 7:57 am

Re: Ποιος σκότωσε τον Άγιο Βασίλη Vol.2

Δημοσίευση από Little Bob »

δωμάτιο 367

Εκείνο το βράδυ της Πέμπτης 30ης Δεκεμβρίου ο Φον-Ξενοφών Μπουσέογλου, γενικός επιστάτης στην Εριουργία – Ταπητουργία Αβραάμ Καρχαμάνογλου & Υιοί, για κάποιο λόγο αποφάσισε να αλλάξει ελαφρά το πρόγραμμα της βραδινής του ρουτίνας.
Μετά το Βυζάντιον και τον Αράπη, αντί να κατευθυνθεί στο συνηθισμένο κωλάδικο για το ραντεβού με τη Λολίτα πριν πάνε μπουζούκια, έπιασε ακριβώς 22:00 στασίδι στην μπάρα του CV. Παρήγγειλε ένα Cutty Sark 18 με πάγο κι έβγαλε από το travel humidor που πάντα κουβαλούσε μαζί του ένα Jose L. Piedra Superiores, handmade τεφαρίκι καταργημένο από τις αρχές των 90’s. Είχε μυηθεί στα πούρα πριν πέντε χρόνια από τον Σίγκουρντ τον Σουηδό, έναν μονόφθαλμο μπάρμαν σε κάποιο από τα κωλάδικα που σύχναζε, όταν ένα βράδυ τον κέρασε μια Lopez Panetela Superba.

Θα τη θυμάται για πάντα εκείνη τη φούμα ο κύριος Φώντας όπως και την πρώτη του αγάπη. Κυνηγός κάθε κρυφής απόλαυσης έργω και λόγω, απορούσε πώς του είχε ξεφύγει αυτή η δια μέσου του καπνού λεπτή αλλά πολύπλοκη έκφανση της, ανοίγοντας παράθυρο σ’ έναν κόσμο που ούτε καν υποπτευόταν. Έτσι έγινε αγαπημένη του συνήθεια, που τιμούσε συχνά στο δεύτερο μισό της μέρας του.
Το ραντεβού του ήρθε έντεκα παρά πέντε. Μόλις την είδε δαγκώθηκε, τόσο δυνατά που κόντεψε να κόψει τη γλώσσα του στα δύο. Ήταν ένα θεϊκό ξέκωλο γύρω στο ένα κι ογδόντα, με μεζ μαλλί, βυζιά έτοιμα να σπάσουν το πέτσινο μπουφάν της, σούπερ μίνι που τέλειωνε βία δέκα πόντους κάτω απ’ τον αφαλό, δικτυωτό, και μπότες μέχρι το γόνατο. Ένιωσε τον καβάλο του ιταλικού του παντελονιού να φουσκώνει ακαριαία, κοκκινίζοντας ελαφρά όταν αντιλήφθηκε το βλέμμα της σερβιτόρας καρφωμένο στο συμβάν.

«Γεια, με λένε Μόνη».
«Γεια σου Μόνη, Φώντας. Σκλάβος σου»
Την τράβηξε πάνω του ρουφώντας λαίμαργα τα σαρκώδη κατακόκκινα χείλη της αδιαφορώντας για τα βλέμματα γύρω του. Με τις δυο του παλάμες γαντζωμένες με απελπισία στο πίσω μέρος της μινιόν φούστας, συνέχισε να βυζαίνει το κραγιόν της νιώθοντας δυο σκληρές ρώγες να πιέζουν το στήθος του. Ο πόθος του άρχισε να έχει πόνο.
Αναρωτιόταν πώς θα άντεχε μια ώρα ακόμα στο CV και μετά κάνα τρίωρο στο σκυλάδικο, αφού θα ήταν ιεροσυλία να αποχωρήσει πριν βγει η φίρμα. Μπα, αποκλείεται, ήξερε πως τόση ώρα θα πρηζόταν σαν ελέφαντας, και την τελευταία φορά που το είχε πάθει περπατούσε δύο εικοσιτετράωρα με ανοιχτά τα πόδια σαν καουμπόης από το πολύ καβαλίκεμα - στο εργοστάσιο οι εργάτριες κρυφογελώντας έλεγαν πως είχε "συγκαεί" στα απόκρυφα.

Έτσι, εκείνη τη μοιραία νύχτα προχώρησε και σε δεύτερη αλλαγή στο καθημερινό τελετουργικό. Μετά την αλλαγή της ρουτίνας του κωλάδικου με το CV, αποφάσισε – μόνο γι’ απόψε – να παρακάμψει και την επίσκεψη στο σκυλάδικο για να βρεθεί asap με το καυτό κορίτσι στο δωμάτιο 367.

Εικόνα
These users thanked the author Little Bob for the post (total 2):
ΤάκηςSvensk
all or nothing
Άβαταρ μέλους
Svensk
Founding Fathers
Δημοσιεύσεις: 1034
Εγγραφή: Κυρ Φεβ 11, 2018 11:35 pm

Re: Ποιος σκότωσε τον Άγιο Βασίλη Vol.2

Δημοσίευση από Svensk »

μερικές απαραίτητες διευκρινίσεις για τη συνέχεια

23.29 Την προηγούμενη νύχτα.

Όπως κείτονταν μπρούμυτα στη μοκέτα του 367, ο Γιούρκας σκέφτηκε ότι αποδεδειγμένα υπήρξε υπερβολικά αφελής. Κάποτε -ίσως ακόμη- το 367 ήταν μακροχρόνια νοικιασμένο από κάποιον τύπο, αλλά επειδή εκείνος το χρησιμοποιούσε μόνον αργά τις νύχτες για να φέρνει διάφορες ‘’πεταλουδίτσες’’, ο Αγαπήνωρ ο ρεσεψιονίστ, με το αζημίωτο, επέτρεπε στον Γιούρκα να φέρνει εκεί τους πελάτες του πριν νυχτώσει.
Αυτές ήταν οι τελευταίες σκέψεις του Γιούρκα Γουρνάμπαση.

Κάποτε ο Ξενοφώντας είχε εκφράσει στον γλοιώδη ρεσεψιονίστ τις υποψίες του ότι δεν είχε την αποκλειστικότητα για το δωμάτιο που νοίκιαζε με τον μήνα. Φυσικά ο ρεσεψιονίστ το αρνήθηκε. Ο Ξενοφών όμως δεν πείστηκε και με προτεταμένο δάκτυλο απείλησε: «Προσέξτε καλά, αν με κοροϊδεύετε θα χυθεί αίμα!»
Αυτήν την απειλή του θυμήθηκε ο Ξενοφών όταν ανοίγοντας την πόρτα του 367 σκόνταψε πάνω στο πτώμα ενός Αι Βασίλη. Φρικαρισμένος άρπαξε το χέρι της σαστισμένης ‘’πεταλουδίτσας’’ -που ευτυχώς δεν πρόλαβε να δει τον νεκρό Αι Βασίλη- κι έφυγε από το ξενοδοχείο.

Μέτα τον φόνο στο 367 ο Αγαπήνωρ Λεπτοπουτσίδης, ενθυμούμενος την απειλή του κυρ Φόντα και φοβούμενος ότι ίσως ήταν ο επόμενος, εξαφανίστηκε για πάντα από το ξενοδοχείο. Έπρεπε όμως να ‘’σβήσει’’ και τα στοιχεία που τον συνέδεαν με τον Κοκό, όπως αποκαλούσε τον Γιούρκα.
These users thanked the author Svensk for the post (total 3):
ΤάκηςsigarasLittle Bob
Το πούρο είναι η θεραπεία μου
Άβαταρ μέλους
Τάκης
Moderator
Δημοσιεύσεις: 8973
Εγγραφή: Σάβ Φεβ 03, 2018 10:43 am

Re: Ποιος σκότωσε τον Άγιο Βασίλη Vol.2

Δημοσίευση από Τάκης »

ο ενεστώτας του τρόμου

Η περιγραφή της σκηνής εισόδου στο δωμάτιο 367 του αναψοκοκκινισμένου ταύρου - επιβήτορα Φώντα, κρατώντας απ’ το χέρι το μανούλι με το μίνι και τις καμπύλες που θα ζήλευε το 99,9 % των διεθνούς φήμης πορνοστάρ, θα μπορούσε να περιγραφεί ως μια απόλυτα βάρβαρη μετάβαση από το φως στο σκοτάδι κι από την χαρά στον πόνο.
Μια ιλιγγιώδης κατάβαση από το ζενίθ του πόθου στα τάρταρα του φόβου, από τη λαγνεία στη φρίκη, από τις χιλιάδες μικρές ερωτικές καρφίτσες που γαργαλούσαν το κορμί του - στο καρφί του τρόμου που του έσχισε τα φυλλοκάρδια. Ή κατά το κοινότυπα λεγόμενο, από το ζεστό στο κρύο, αν και εκφράσεις όπως «στα κρύα του λουτρού» ή «βρεγμένη γάτα», ωχριούν μπροστά στην τρικυμία των συναισθημάτων που ένιωσε εκείνες τις άγριες στιγμές ο Ξενοφών.
Εν ολίγοις, η αλληλουχία των γεγονότων σε χρόνο ενεστώτα έχει πάνω-κάτω ως εξής:

Το ζεύγος Φώντας - Μόνη βγαίνουν α-λα μπρατσέτα απ’ το CV και στέκονται στη Μιχαλακοπούλου για ταξί.
Αλλόφρων από τον πόθο ο Ξενοφών έχει κολλήσει πάνω στη Μόνη γουργουρίζοντας σαν γάτος σε οίστρο.
Μπαίνουν στο ταξί.
Ο Ξενοφών χουφτώνει, ζουλάει, θωπεύει, τσιμπάει, εξερευνεί κάθε πιθαμή της.
Ο ταξιτζής με γουρλωμένους οφθαλμούς παίρνει μάτι και ταυτόχρονα «δουλειά» για το σπίτι.
Φτάνουν στο Stanley.
Περνούν σαν σίφουνας μπροστά από τον αποσβολωμένο Αγαπήνορα που μένει κάγκελο στη ρεσεψιόν.
Κατευθύνονται τροχάδην δίχως να σταματήσουν προς το ασανσέρ (ο Φώντας κρατάει πάντα δικό του κλειδί του 367).
Το ασανσέρ τρίζει και κάνει έναν αιώνα στο χαλασμένο από τον ανεκπλήρωτο πόθο μυαλό του Φώντα ν’ ανέβη στον τρίτο.
Επιτέλους φτάνει.
Οι πόρτες ανοίγουν.
Με χέρια που τρέμουν βγάζει το κλειδί απ’ την τσέπη του.
Το κλειδί του πέφτει από τα χέρια.
Βλαστημάει εκστομίζοντας μια βρισιά για τον άγιο Σουλπίκιο.
Σκύβει και σηκώνει το κλειδί.
Επιτέλους βρίσκει την τρύπα και ξεκλειδώνει.
Μπαίνει.
Μόλις ενάμιση βήμα μετά σκοντάφτει σε κάτι.
Ανοίγει το φως.
Ένας άντρας είναι ξαπλωμένος ένα μέτρο απ’ την πόρτα.
Σπρώχνει τη Μόνη έξω να μη δει.
Νιώθει πανικό.
Την τραβά από το χέρι και κατευθύνονται προς το ασανσέρ.
Ξαφνικά αλλάζει γνώμη και κατεβαίνουν από τις σκάλες.
Σε dt βγαίνουν έξω από το ξενοδοχείο.
Την ώρα που βγαίνουν, ο Αγαπήνωρ απουσιάζει από τη θέση του στη ρεσεψιόν.
Διανύουν τρέχοντας τα 150 μέτρα μέχρι την ημι-μποτιλιαρισμένη Θεόδωρου Δηλιγιάννη.
Ο διπλός στόχος είναι να βρεθούν σε πολυσύχναστο μέρος και να πάρουν ταξί.
Στη γωνία του Περοκέ ένας τύπος πετάγεται από τις σκιές και τους κλείνει το δρόμο.
Φοράει μακριά καμπαρντίνα κι από μέσα κάτι που μοιάζει με την στολή του Σπάιντερμαν.
Ο Ξενοφών βγάζει από μια εσωτερική τσέπη ένα taser και «πυροβολεί» ακινητοποιώντας τον άγνωστο.
Διασχίζουν τα τελευταία μέτρα μέχρι τη λεωφόρο και σταματάνε ένα ταξί.
Μπαίνουν μέσα, το ταξί απομακρύνεται.
Ακολουθούν τη διαδρομή Πειραιώς-Πέτρου Ράλλη-Λεωφόρο Σαλαμίνας.
Φθάνουν στο Κερατσίνι και κάνουν στάση στο σπίτι του Φώντα.
Εκείνος βγαίνει, αφήνει κάτι στο χαλάκι της εισόδου και ξαναμπαίνει στο ταξί.
Κατευθύνονται προς το λιμάνι του Πειραιά.
Στον Άγιο Νικόλα παίρνουν τη Σαχτούρη και λίγο πριν τον Άγιο Βασίλη στρίβουν δεξιά στη Ζαννή.
Στην Πλατεία Καρπάθου αποβιβάζονται.
Περπατούν μέσα σε στενά για κάμποσο ώσπου φτάνουν στο Ρόδο το Αμάραντον. (*)
Στην πίσω πλευρά της εκκλησίας μέσα στον περίβολο, βρίσκεται το πνευματικό κέντρο κι ακριβώς δίπλα μια αποθήκη.
Ο Φώντας ξεκλειδώνει την αποθήκη και μπαίνοντας πατάει ένα αόρατο κουμπί σε ένα σημείο του τοίχου.
Αποκαλύπτεται μια σκάλα που μετά από 49 σκαλοπάτια καταλήγει σε έναν μεγάλο χώρο που μοιάζει με καταφύγιο πυρηνικής καταστροφής.
Επιτέλους, είναι ασφαλείς.

(*) την καινούργια εκκλησία τα θυρανοίξια της οποίας έγιναν το 1986, το παλιό συνώνυμο παρεκκλήσι είναι λίγα στενά δυτικότερα

Εικόνα
These users thanked the author Τάκης for the post (total 3):
SvensksigarasLittle Bob
papa was a rolling stone...
Άβαταρ μέλους
sigaras
Δημοσιεύσεις: 941
Εγγραφή: Δευ Νοέμ 26, 2018 9:30 am

Re: Ποιος σκότωσε τον Άγιο Βασίλη Vol.2

Δημοσίευση από sigaras »

το Μαγικό Χαλί

Ο Επίκουρος Παρταγίδης έβγαλε ένα lusitanias από το μεσαίο συρτάρι του γραφείου του και είπε στα κορίτσια:
«Αγάπες έχω μια δουλειά. Ένας καλός φίλος με χρειάζεται. Θα σας αφήσω για λίγο»
«θα βγεις εκεί έξω συντροφιά μόνο μ’ ένα lusitanias; Αποκλείεται, θα έρθω κι εγώ μαζί σου» είπε η Λη, με ύφος που δεν σήκωνε αντιρρήσεις.
«Λογαριάστε κι εμένα, εννοείται» έκανε η Βιργινία και άρχισε να ντύνεται.
«Δεν είναι απλό lusitanias κορίτσια. Το έφτιαξε αποκλειστικά για μένα ο σημαντικότερος επιστήμονας του εικοστού αιώνα, ο θρυλικός Q light. Με ένα απλό άγγιγμα του δαχτυλιδιού μετατρέπεται στο πιο φονικό όπλο δωματίου που έχει δει η ανθρωπότητα, εκτοξεύοντας ακτίνες Νόνβα στο μέτωπο του εχθρού.
«Ακτίνες Νόνβα;» αναφώνησαν εντυπωσιασμένες οι δύο γυναίκες.
Και ακόμα δεν σας έχω πει τίποτα γι’ αυτό το υπερόπλο, που μου το παρουσίασε ο Δόκτωρ Q light στο εργαστήριό του πριν από λίγες μέρες.
«Τι άλλο κάνει;» τον κοίταξαν στα μάτια ικετευτικά
«Αν ακουμπήσεις το πόδι μετατρέπεται στον πιο εθιστικό δονητή που έχει συλλάβει ο ανθρώπινος νους. Απλά δεν σταματάς ότι και να συμβαίνει γύρω σου, ακόμα κι αν γίνεται σεισμός 66 ρίχτερ».
«Ουάου» έγλειψε τα χείλη της η Βιργινία.
«Αν μάλιστα κόψεις το κεφάλι, τότε μετατρέπεται σε ιπτάμενο πούρο που μπορεί να μεταφέρει μέχρι και πέντε άτομα»
«Μιλάμε δηλαδή για ανώτερη ύπαρξη»
«Ακριβώς κορίτσια. Μιλάμε για ον άλλης διάστασης»
«Ωραία, τότε» είπε η Λη. «Κόψε το κεφάλι και πάμε μαζί στον φίλο σου»
«Ο Επίκουρος Παρταγίδης έβγαλε από την τσέπη τον ασημένιο πουροκόφτη του.
These users thanked the author sigaras for the post (total 3):
ΤάκηςLittle BobSvensk
" κι έγιναν τα πάθη μας καπνός..."
Άβαταρ μέλους
Little Bob
Δημοσιεύσεις: 95
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 05, 2018 7:57 am

Re: Ποιος σκότωσε τον Άγιο Βασίλη Vol.2

Δημοσίευση από Little Bob »

μια αξέχαστη πτήση

Η πτήση με το ιπτάμενο πούρο-χαλί θα έμενε για πάντα αξέχαστη στα δυο κορίτσια.
Ειδικά στη Ναζλή θύμισε πολύ την ψυχεδελική εμπειρία που είχε στο μοναδικό ταξίδι LSD που έκανε παρέα με τον Μανουέλ, έναν τύπο απ’ το Περού. Είχαν διασχίσει μαζί όλο το δυτικό κομμάτι της νότιας Αμερικής, Αργεντινή, Χιλή, Βολιβία, Περού, Ισημερινό, Κολομβία, Βενεζουέλα, σ’ ένα οδοιπορικό των Άνδεων που κράτησε τρία ολόκληρα χρόνια.

Μόνο που αυτή τη φορά δεν υπήρχε LSD και το ταξίδι ήταν πραγματικό. Απογειώθηκαν πάνω από το Κερατσίνι, κι ύστερα ο Επίκουρος οδήγησε την «ανώτερη ύπαρξη» του δόκτωρος Q-Light σε όλη την ακτογραμμή του πειραϊκού όρμου. Άγιο Γεώργιο, Ευγένεια, Χαραυγή, Λιπάσματα, Δραπετσώνα, Ακτή Βασιλειάδη, Ακτή Κονδύλη, Ακτή Τζελέπη, Ακτή Μιαούλη, ΟΛΠ, Ακτή Ξαβερίου.
«Τα πράγματα έχουν άλλη όψη όταν τα βλέπεις από ψηλά» είπε ο Επίκουρος στα δυο αποσβολωμένα κορίτσια, που είχαν μείνει με το στόμα ανοιχτό αντικρίζοντας το μεγάλο λιμάνι από μια σπάνια για κοινό θνητό οπτική. Έμοιαζε πραγματικά με παραμύθι. Οι άνθρωποι, τα αυτοκίνητα, τα φώτα, τα κτίρια, τα σπίτια, όλα είχαν μια κινηματογραφική, σχεδόν ιδεατή όψη, απαλλαγμένη από τη λίγδα της καθημερινότητας.
Για κάποιο λόγο, κατά τη διάρκεια όλης της διαδρομής ο αέρας ήταν γεμάτος θεσπέσιες αρωματικές ευωδίες από κεχριμπάρι, μέλι, καμένη ζάχαρη, παλιά δέρματα, εξωτικά μπαχάρια, ανθισμένα περιβόλια, μοσχοβολιστούς καφέδες, βότανα, λιωμένη σοκολάτα, καβουρδισμένους ξηρούς καρπούς, και άλλα τόσα.
Τα πλοία ήταν όλα δεμένα μάλλον λόγω της ημέρας, εκτός από ένα επιβατηγό που μόλις έμπαινε στην πύλη ερχόμενο από Κυκλάδες.
Σε λίγο η μικρή αλλά θαυμαστή πτήση τους ολοκληρώθηκε. Πετώντας πάνω απ’ την Κλεισόβης έφτασαν Καλλίπολη και προσγειώθηκαν στον έρημο περίβολο του Ρόδου του Αμάραντου.

Ο Επίκουρος ξεκλείδωσε την αποθήκη και πάτησε το αόρατο κουμπί στον τοίχο που άνοιγε την είσοδο του κρησφύγετου. Άρχισαν να κατεβαίνουν τα 49 σκαλοπάτια, όταν κάπου στο εικοστό πέμπτο, στ’ αυτιά τους άρχισαν να φτάνουν μακρόσυρτα γυναικεία και αντρικά βογκητά, που χωρίς καμία αμφιβολία παρέπεμπαν σε τρικούβερτο ερωτικό γλέντι.
Αναγνωρίζοντας έστω και σ’ αυτό το πνιχτό κρεσέντο ήχων τη φωνή του γείτονα και παλιού του συμμαθητή, έκρινε σκόπιμο να μην διακόψει το πάρτι. Έτσι έκανε νόημα στα δυο κορίτσια κλείνοντας τους το μάτι, κι άρχισαν να ανεβαίνουν μαζί πάλι τα σκαλιά.
Συμφώνησαν να συναντηθούν το βράδυ στο φυλάκιο εισόδου του Βαλχάλα στις δέκα παρά τέταρτο ακριβώς. Πριν τη συνάντηση, εκείνες θα περνούσαν απ’ τα σπίτια τους να ετοιμαστούν για το πρωτοχρονιάτικο millennium party, κι αυτός θα επέστρεψε στο δικό του για να πάρει το αμάξι του και να ανεβεί στη ΔΕΕ. Ήθελε να δει από κοντά τα τελευταία στοιχεία.

These users thanked the author Little Bob for the post (total 2):
ΤάκηςSvensk
all or nothing
Άβαταρ μέλους
Τάκης
Moderator
Δημοσιεύσεις: 8973
Εγγραφή: Σάβ Φεβ 03, 2018 10:43 am

Re: Ποιος σκότωσε τον Άγιο Βασίλη Vol.2

Δημοσίευση από Τάκης »

Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών

Ο Παρταγίδης επέστρεψε σπίτι και αφού ασφάλισε τη Lusitania κλείδωσε και βγήκε έξω. Το απόγευμα είχε μια παράξενη ασυνήθιστη γλύκα που είχε καθίσει στις στέγες των χαμόσπιτων της μικρής γειτονιάς, λίγο απ΄ τον απαλό Ζέφυρο που φυσούσε, λίγο απ’ τον ηλεκτρισμό της παγκόσμιας προσμονής για την έλευση μιας νέας χιλιετίας για την ανθρωπότητα.
Μπήκε στον γαλάζιο Σκαραβαίο του και ανηφόρησε για τα κεντρικά της ΔΕΕ, της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών που τότε στεγαζόταν στην οδό Σόλωνος. (Το ελληνικό CSI λίγα χρόνια αργότερα θα μεταστεγαζόταν στη Λεωφόρο Αθηνών στον Κολωνό). Η Πέτρου Ράλλη είχε κίνηση και γι’ αυτό φτάνοντας στο Ρουφ αντί να βγει Πειραιώς αποφάσισε να πάει από την οδό Θεσσαλονίκης. Το κέντρο ήταν στολισμένο και τα λαμπιόνια στους δρόμους είχαν ανάψει, δίνοντας μια χαρμόσυνη αχλύ στο τελευταίο δειλινό του εικοστού αιώνα.
Παρκάρισε στο υπόγειο γκαράζ της ΔΕΕ κι ανέβηκε με το ασανσέρ στον πέμπτο όροφο. Η ταξίαρχος Αμφίκλεια Θεοχάρη ήταν στο γραφείο της με έναν γνωστό βουλευτή του Πασόκ, υπουργό την προηγούμενη δεκαετία στις κυβερνήσεις του Ανδρέα Παπανδρέου, που τώρα είχε ξεπέσει καθώς το παλιάς κοπής πολιτικό του προφίλ δεν ταίριαζε με το κόνσπετ των εκσυγχρονιστών στο κόμμα και την κυβέρνηση.

Έκανε ένα νεύμα στην προϊστάμενη της Διεύθυνσης και παίρνοντας έναν καφέ απ’ το μηχάνημα κάθισε σε μια άδεια αίθουσα συσκέψεων. Ο όροφος, όπως και όλο το κτίριο είχε ελάχιστο κόσμο, προφανώς εξαιτίας του εορταστικού της ημέρας που βάδιζε προς το τέλος της, αλλά και της επόμενης, πρώτης της τρίτης χιλιετίας.
Άναψε ένα Le Hoyo du Dauphin ρουφώντας μερικές γουλιές απ’ το καφετί κριθαροζούμι, όταν άκουσε το χαρακτηριστικό βόμβο του εισερχόμενου sms στο Nokia 8210. Διάβασε στην οθόνη «Toscano 69» κι αναστέναξε. Τρία στενά απ’ το σπίτι του, σε μια μονοκατοικία περικυκλωμένη από εκατό τουλάχιστον είδη του φυτικού βασιλείου, έμεναν οι αδελφές Μπούτου. Ανύπαντρες από πεποίθηση, γλεντούσαν στα τριάντα εφτά η μία και τα τριάντα εννέα η άλλη την περιουσία που τους άφησε ένας παλαβιάρης θείος από το Κονέκτικατ. Τον καιρό που δεν ταξίδευαν, τηλεφωνούσαν σποραδικά στον Επίκουρο για ένα τρίο μπελκάντο ολ νάιτ λονγκ, όπως χαρακτηριστικά ονόμαζαν τις ομολογουμένως αξέχαστες παρτούζες μεταξύ τους. Το μήνυμα στο κινητό σήμαινε πως απόψε ήταν διαθέσιμες. Εκείνος φυσικά δεν ήταν.
Μια νεαρή ανθυπαστυνόμος χτύπησε διακριτικά την ανοιχτή πόρτα, λέγοντας του πως η κυρία Διευθυντής ήταν έτοιμη να τον δεχτεί.

«Καλησπέρα Επίκουρε, τι κάνεις; Είδες τζόβενο ο δικός σου! Κομοδινί μαλλί με ξανθιά φράντζα και μάγουλο φράπα ο τζιτζιφιόγκος, μη χέσω! Νομίζουν ότι μπορούν να τα κατευθύνουν και να τα μανατζάρουν όλα! Ξέρεις τι μου ζήτησε το παπάρι; Να εξαφανίσω ένα-δυο πειστήρια από την υπόθεση Παπαδημητρομιχελονικολάκη, ακούς εκεί γαμώ το σκυλολόι τους μέσα!»
Η προϊσταμένη της Διεύθυνσης του Εγκληματολογικού ήταν εκτός των άλλων και διαβόητη για τα «γαλλικά» της, που θύμιζαν πειραιώτη μαουνιέρη την εποχή της Τρούμπας. Προφανώς ως «σκυλολόι» εννοούσε τους γνωστούς 300, όσο για την υπόθεση Παπαδημητρομιχελονικολάκη, είχε συνταράξει το πανελλήνιο με τον κατά συρροή κτηνοβάτη από τον Ομαλό που επί χρόνια ασελγούσε στα γίδια και τα πρόβατα του κοπαδιού του.
«Σου έχω σημαντικά νέα για την υπόθεση» συνέχισε το μονόλογο της, «Στο ένα κουτί από τα Culebras βρέθηκε μερικό αποτύπωμα.»
«Μη μου πεις αφεντικό ότι υπάρχει και ταυτοποίηση!» είπε ο Επίκουρος ποντάροντας με τη σιγουριά χαρτοπαίκτη ότι υπήρχε.

Η ταξίαρχος χαμογέλασε. Στα πενήντα δύο της χρόνια διέθετε ακόμα μια αναμφισβήτητη γοητεία, μίγμα της ισχυρής της προσωπικότητας και ενός καλογυμνασμένου σώματος που οι κακές γλώσσες έλεγαν πως φρόντιζε περισσότερο απ’ την ψυχή της.
Κατά τα άλλα ήταν σε όλους γνωστό πως είχε ένα περίεργο κόλλημα με τον Αρθούρο Σοπενχάουερ. Έχοντας περάσει απ’ το κρεβάτι του (κι εκείνος από το δικό της), ήξερε πως η προϊσταμένη της ΔΕΕ έκρυβε ένα ερωτικό ηφαίστειο. Αυτό που του είχε κάνει ιδιαίτερη εντύπωση στην περιστασιακή ερωτική τους σχέση, ήταν ότι αφού έβγαζαν τα μάτια τους, άρεσε πολύ στην Αμφίκλεια να πιάνουν συζήτηση για φιλοσοφικά θέματα. Από Πλάτωνα μέχρι Νίτσε, κι από Επίκουρο και Επίκτητο μέχρι Καντ, Ρουσσώ και Φόιερμπαχ. Μεταξύ άλλων, το βαρύ βιογραφικό της περιελάμβανε και διδακτορικό φιλοσοφίας που είχε πάρει στα νιάτα της στη Χαϊδελβέργη.

«Ναι, Έπι, υπάρχει ταυτοποίηση. Το μερικό αποτύπωμα ανήκει σ’ έναν μπράβο της νύχτας, που εκτός των άλλων αυτή τη στιγμή είναι υπεύθυνος εισόδου στο φυλάκιο του κλαμπ Βαλχάλα στην Πειραϊκή. Είναι γνωστός σε όλη την πιάτσα ως Ντοκ το Μπουλντόκ.»

Εικόνα
These users thanked the author Τάκης for the post:
Little Bob
papa was a rolling stone...
Άβαταρ μέλους
Little Bob
Δημοσιεύσεις: 95
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 05, 2018 7:57 am

Re: Ποιος σκότωσε τον Άγιο Βασίλη Vol.2

Δημοσίευση από Little Bob »

παστουρμάδες, σουτζούκια, & πληροφορίες

Αφού αντάλλαξε εγκάρδιες ευχές για τον καινούργιο χρόνο με την Ταξίαρχο Θεοχάρη, ο Επίκουρος χαιρέτισε τους λιγοστούς συνάδελφους που βρίσκονταν στον όροφο και κατέβηκε με το ασανσέρ στο υπόγειο γκαράζ, Βγήκε στη Σόλωνος και τηλεφώνησε στη Νυφίτσα, τον αξιόπιστο και γλιτσερό πληροφοριοδότη του, θέλοντας ένα έγκυρο update για τις τελευταίες κινήσεις του «Ντοκ το Μπουλντόκ».
Για καλή του τύχη ο σπιούνος βρισκόταν λίγο πιο κάτω σ΄ ένα αρμένικο στη Σωκράτους, κατεβάζοντας τσίπουρα με παστουρμάδες και σουτζούκια από τις έντεκα το πρωί. Τον βρήκε να καπνίζει τα βρωμερά του ευρωπαϊκά cigarillos παρέα με μια ημιθανή ύπαρξη θηλυκούς γένους, που όλα πάνω της φώναζαν πως είχε δηλώσει πλήρη και άνευ όρων υποταγή στην Άσπρη Βασίλισσα.

Μ’ ένα νεύμα της Νυφίτσας η τύπισσα σπατσάρισε μορφάζοντας σαν μπαμπουίνος, κι ο Επίκουρος παίρνοντας μια καρέκλα κάθισε ένα μέτρο αριστερά από το καλύτερα ενημερωμένο κινητό - πλην ρυπαρό Α2 της πιάτσας.
Βία ένα κι εξήντα πέντε, κλασοδόντης, καράφλας αλλά με χαίτη χεβιμεταλλά, με μυτερή προτεταμένη κοιλιά και γεμάτος σπυριά στη μούρη, ο κατ' ανάγκη συνδαιτυμόνας του θύμιζε όντως νυφίτσα που έπασχε συγχρόνως από γάγγραινα και πανούκλα. Το στόμα του, μια χαίνουσα πληγή ακαθαρσιών, εκτόξευε σε κάθε λέξη έναν κρουνό σταγονιδίων γεμάτο μικρόβια και αποφορά σαπίλας. Στην προκειμένη βρωμούσε και παστουρμά.
«Ντοκ το Μπουλντόκ» είπε κοφτά ο επιθεωρητής, «θέλω όλα τα Νι και τα Σίγμα του», κάνοντας νόημα στον Έλβις τον σέρβο σερβιτόρο να του φέρει ένα ξινό νερό, αφού τίποτε άλλο δεν πήγαινε με τα συμφραζόμενα.
Η απάντηση ήταν ακαριαία, σχεδόν κομπιουτερική. Λιτή, ακριβής, περιεκτική. Χωρίς σάλτσες και φιοριτούρες.
«Ψηλός, πλάτη ντουλάπα, ώμοι ντουβάρι, χέρια κουπιά, πόδια γρανίτης. Μιλάει λίγο, δέρνει πολύ. Δουλεύει μαχαίρι και βρόγχο. Λένε πως όταν σκοτώνει χαμογελάει στη μούρη του θύματος την ώρα που ξεψυχάει. Όσο μεγαλύτερη είναι η πίεση, τόσο αυτός γίνεται πιο κουλ. Του αρέσει το μπάσκετ και η κηπουρική. Δεν τρώει αρνί. Καπνίζει μόνο Allones, πίνει μόνο σκωτσέζικα. Αδύνατο σημείο ο ποδόγυρος. Ειδικά οι χορεύτριες κλασσικού μπαλέτου.»

Ο Επίκουρος τράβηξε την τελευταία γουλιά από το ξινό νερό του και σηκώθηκε.
«Σ’ ευχαριστώ Στέλιο, τα σβήνω απ’ το λογαριασμό σου, αλλά έχεις ακόμα μεγάλο υπόλοιπο να ξεχρεώσεις».
«Στις διαταγές σου αφεντικό, παίζε εσύ το ντέφι κι η αρκούδα θα χορεύει όσο θες. Και καλό μιλένιο να ‘χουμε!» Το τελευταίο το είπε υψώνοντας το ποτήρι του, αλλά ο επιθεωρητής είχε ήδη γυρίσει την πλάτη.
Βγήκε χωρίς να χαιρετίσει το αφεντικό του μαγαζιού, φανατικό αντικαπνιστή. Είχε πολλά για την καμπούρα του αλλά ήταν άλλης ώρας δουλειά.
Τώρα έπρεπε να δράσει.

Εικόνα
These users thanked the author Little Bob for the post:
Τάκης
all or nothing
Άβαταρ μέλους
Svensk
Founding Fathers
Δημοσιεύσεις: 1034
Εγγραφή: Κυρ Φεβ 11, 2018 11:35 pm

Re: Ποιος σκότωσε τον Άγιο Βασίλη Vol.2

Δημοσίευση από Svensk »

new deal

23.30 Την προηγούμενη νύχτα.

Βλαστημώντας για τη νευρικότητά του έσυρε ξανά τον αντίχειρα στην οθόνη του κινητού του μέχρι να βρει το όνομα που ήθελε.
«Γεια σας κύριε Ντοκ». Ανακουφισμένος αλλά και απόλυτα τρομοκρατημένος απ’ το σαν βρυχηθμό δράκου οικείο ‘’ακούω’’ στήριξε την πλάτη του σε έναν φανοστάτη. Κόλλησε το κινητό στο αυτί του και σάλιωσε τα ξερά χείλη του: «Ο Αγαπήνωρ Λεπτοπουτσίδης είμαι» συνέχισε. «Ο Γιούρκας Γουρνάμπασης είναι νεκρός… και…και…»
«Το ξέρω ότι είναι νεκρός Λεπτόπουτσε. Θέλεις να κουκουλώσεις τη μαλακία που έκανες μαζί του;»
«Ναι… ναι, κύριε Ντοκ, δεν θέλω να το μάθει ο Ντον Τάκης… κύριε Ντοκ».
«Θα σε καλύψω Λεπτοπουτσιάδη».
Ο Αγαπήνωρ αναστέναξε ανακουφισμένος και κοίταξε ψηλά. «Ευχαριστώ κύριε Ντοκ».
«Τίποτα, χρειάζομαι όμως κάποιον να ικανοποιεί τους πλούσιους πελάτες μου, όπως έκανε κάποτε ο Γουρνάμπασης, όχι να συνεχίσουν να δίνουν τα λεφτά τους αλλού».
«Δηλαδή, κύριε Ντοκ;»
«Τί δηλαδή Μικρόπουτσε; Θα εξυπηρετείς τους πρώην πελάτες του μαλάκα με τα πούρα».
«Του Γιούρκα;»
«Ατσίδας είσαι».
Ο Αγαπήνωρ πρόσεξε πόσο βρώμικα ήταν τα πλακάκια του πεζοδρομίου ανάμεσα στα πόδια του. «Να εκδίδομαι σε άντρες; Μα είμαι στρέιτ κύριε Ντοκ».
«Η αυτό, Στραβόπουτσε, ή ο Ντον τα μαθαίνει όλλα. Τηλεφώνησέ μου αύριο να κανονίσω το πρώτο σου ραντεβού».
«Κύριε Ντοκ δεν…»
Η κλήση είχε λήξει.
Τα πλακάκια έμοιαζαν ακόμη πιο βρώμικα.
Ο Αγαπήνωρ, συνέταιρος του Γιούρκα στον φόνο τού πρώην διευθυντή της ρεσεψιόν του Stanley, που τύχαινε να είναι ανιψιός του Άρχοντα της νύχτας: του Διπλοκορώνα Ντον Τάκη, θυμήθηκε ότι στο σπίτι του είχε ένα γεμάτο ρεβόλβερ.
These users thanked the author Svensk for the post (total 2):
ΤάκηςLittle Bob
Το πούρο είναι η θεραπεία μου
Απάντηση

Επιστροφή στο “Cigar Noir”